Μια
φορά και έναν καιρό, ήταν ένας γεωργός, ο γεωργός αυτός ήταν πολύ δυνατός, εκεί
που όργωνε το χωράφι του, τον πλησιάζει το λιοντάρι και του λέει: «ε Γεωργέ,
θες να παλέψουμε;» Ο γεωργός του λέει: «Αι φύγε ρε από δω», «έλα να παλέψουμε» λέει
το λιοντάρι. Τότε λέει ο γεωργός: «και
άντε και παλεύουμε, αν νικήσεις, εσυ θα με φας, εγώ αν σε νικήσω, τι θα
κερδίσω;» «θα κάτσω να με δείρεις», λέει το λιοντάρι. Τότε, έστρεξε ο γεωργός. «Πάρε
και αυτήν» έλεγε το λιοντάρι, «Πάρε και την άλλη έλεγε ο γεωργός. Τελικά νίκησε
ο γεωργός. Και έφαγε τέτοιο ξύλο το λιοντάρι, που με κλάματα, ανέβηκε στο βουνό
και έκλαιγε.
Συνέχισε
να οργώνει ο γεωργός.
Εκεί
που έκλαιγε το λιοντάρι, περνάει η αλεπού και του λέει «Τι έπαθες καλέ και
κλαις;» «Να προσκάλεσα σε πάλη τον γεωργό και με σάπισε στο ξύλο» «ααα λέει η
αλεπού θα πάω και γω» «Που θα πας, εδώ δε τον νίκησα εγώ που είμαι λιοντάρι».
Μια και δυο, πάει η αλεπού.
«Ε
γεωργέ είσαι να παλέψουμε;» «Αι φύγε και συ από δω» «έλα έλα να παλέψουμε, και
αν με νικήσεις θα με γδάρεις μια λωρίδα, από το κεφάλι ως την ουρά» «Αι καλά»,
έστρεξε και πάλι ο γεωργός. «Πάρε και αυτήν» έλεγε η αλεπού, «Πάρε και την άλλη
έλεγε ο γεωργός. Τελικά νίκησε ο γεωργός. Της έγδαρε μια λωρίδα από το κεφάλι ως
την ουρά. Πήγε και αυτή κλαίγοντας, δίπλα στο λιοντάρι.
Συνέχισε
να οργώνει ο γεωργός.
Να
σου εκείνη τη στιγμή περνά μια μύγα, τους βλέπει και τους δυο να κλαιν και τους
ρωτά: «τι πάθατε καλέ;» «να είπαμε στο γεωργό να παλέψουμε και μένα με σακάτεψε
στο ξύλο» λέει το λιοντάρι «και μένα με έγδαρε ο άτιμος μια λωρίδα, από το
κεφάλι ως την ουρά». «ααα και γω θα πάω» «χαχαχα» γέλασαν μέσα στον πόνο τους το
λιοντάρι και η αλεπού.
Δε
χάνει στιγμή η μύγα πάει και χώνεται στα ρουθούνια των βοδιών και ξάφνου
σταματούν τα βόδια να κινούνται. «αααα τι άλλο θα μου συμβεί σήμερα» λέει ο
γεωργός. Κάνει μια χραπ και πιάνει τη μύγα και της μπήγει ένα αγκάθι από μια
γκορτσιά στον κώλο. Φεύγει και εκείνη κλαίγοντας, πάει δίπλα στο λιοντάρι και
την αλεπού. Έκλαιγαν όλοι μαζί τώρα.
Έτσι
που ήταν ψηλά στο βουνό, έβλεπαν κάτω στο χωράφι του γεωργού. Εμφανίστηκε
κάποια στιγμή η γυναίκα του, που του πήγε φαι. «Ααα για δείτε το θεριό, τι
απαίσιος που είναι τη χτυπάει τη γυναίκα του» λέει το λιοντάρι, σηκώνεται η
αλεπού και λέει «άντε καλέ δε τη χτυπάει, νανανα τη γδέρνει» και λέει με δάκρυα
στα μάτια η μύγα «δε βλέπετε καλά, ούτε τη χτυπάει, ούτε τη γδέρνει αλλά της χώνει
ένα καρφί στον κώλο».
Πηγή: Ανθή Θάνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου